Κυριακή 27 Αυγούστου 2017

Ένας σκίουρος στο Ασκηταριό


Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι τα δέντρα στην πλατεία μας φυτεύτηκαν τυχαία.

Λάθος.

Θα ήθελα να είχα γνωρίσει τον άνθρωπο που τα φύτεψε αλλά μάλλον είναι αδύνατον. 

Αυτά τα δέντρα ζουν αιώνες και εμείς ούτε που προλαβαίνουμε να τα δούμε έστω ως έφηβους.

Οι Βαλανιδιές, οι αγριοκαστανιές, τα Τήλια, οι Κοκκυκιές  είναι μερικά από τα  δέντρα που κυριαρχούσαν στην χλωρίδα  της Κέρκυρας πριν την δενδροφύτευσή της από τους Ενετούς.

Έτσι, που λέτε,  οι διαβάτες περνάνε κάτω από τα δέντρα με τα δικά τους ιντερέσα.

Ουδείς σκέφτηκε να βάλει μια πινακίδα που να μιλάει για αυτά τα μνημειακά μας εκθέματα.

Οι αγριοκαστανιές, βεβαίως, Δεν ενδιαφέρονται για την μουσειακή και ιστορική τους αποκατάσταση.
 
Συνεχίζουν την δουλειά τους  παρά την κυριαρχία του εξημερωμένου ελαιώνα.

Οι Νύμφες ήταν θεότητες των τρεχούμενων νερών και των καταρρακτών μέχρι που αντικαταστάθηκαν από άλλες θεότητες της υπηρεσίας ύδρευσης και αποχέτευσης.

Ωστόσο και αυτές συνέχισαν την δουλειά τους αδιαφορώντας για τα εφήμερα.

Έτσι περνούσαν τα χρόνια και την χλιδή των «Κορφού μπαι νάιτ» και του «μου κρατούσες το χέρι στα λασπόνερα» ήρθε να αντικαταστήσει η φτήνια των πανηγυριών.
Πανηγύρια «σαρδέλας» με ψητά αρνιά
Πανηγύρια κρασιού με Τζάκ Ντάνιελς από γκαζοντενεκέ. 
Πανηγύρια παραδοσιακά με φουσκωμένα μπαλόνια, μαλλί της γριάς, προτηγανισμένες πατάτες,  φωτεινά σπαθιά , τραγούδια με έκο που δεν τελείωναν ποτέ και θλιμμένα πρόσωπα.

Φτήνια!

Οι Αγριοκαστανιές αδιαφορούν για τα εφήμερα γιατί ξέρουν.

Το ασκηταριό Νυμφών είναι ένα μοναστήρι καλά κρυμμένο μέσα σε δάση από βαλανιδιές , αγριοκαστανιές , κοκκυκιές και τρεχούμενα νερά.
Παλιά δεν μπορούσες να πάς εκεί παρά μόνο αν άνοιγες δρόμο μέσα στο δάσος.

Ποιος να το κάνει και γιατί;
Για να πιει νερό;
Γιατί; Τέλειωσε το ουίσκι του Κορφού μπαι νάιτ;
Η για να συναντήσει ανύπαρκτες θεότητες που έζησαν μόνο στα παραμύθια άλλων εποχών;

Εκεί λοιπόν στα βάθη του δάσους χθες το βράδυ έγινε μια σύναξη απόκοσμη και πρωτοφανής.

Μέρες τώρα τα συνεργεία του χωριού καθάριζαν μια ρεματιά . Κόψανε τα πουρνάρια. Άνοιξαν δρόμο και έφτιαξαν ένα αμφιθέατρο στην καρδιά του δάσους με τραπέζια, καρέκλες, τραπεζομάντηλα και.. κεράκια.

Εκμεταλλεύτηκαν ακόμα και κοιλότητες των βράχων για μοναχικά τραπέζια ρομαντικών ζευγαριών.

Μαγείρεψαν με τα χεράκια τους εξαιρετικά φαγητά της κουζίνας μας για την περίσταση.

Πρόσεξαν και τον φωτισμό . Οι Πυρσοί αντικατέστησαν τους εκτυφλωτικούς προβολείς.

Η Ορχήστρα του Σπύρου του Βαλανίτη τοποθετήθηκε στο βάθος της ρεματιάς για να είναι η ακουστική τέλεια.

Νόμιζες ότι σου τραγουδούσαν στο αυτί.

Είπαν τραγούδια για μεγάλους έρωτες , για μεγάλους χωρισμούς , για ασήμαντα γεγονότα, για μικρά λουλούδια, για  πληγωμένα πουλιά.

Έτσι ταξιδεύαμε χτές το βράδυ και από πάνω μας χαμογελούσαν οι αγριοκαστανιές γιατί αυτές  ξέρουν.

Αναστατώθηκαν και τα ζώα του δάσους γιατί δεν γνωρίζουν τους ανθρώπους και τα ιντερέσα τους.

Ένας σκίουρος πήδησε πάνω στο τραπέζι μας κοίταξε τριγύρω με τα τρομαγμένα του μάτια.

Μύρισε το κοκκινιστό αλλά φαίνεται ότι οι σκίουροι αποφεύγουν τα καυτερά και τις σάλτσες.

Κάποιο παιδί πήγε να τον φωτογραφήσει.

Τρόμαξε.

Πήδηξε από το τραπέζι και χάθηκε στο Δάσος.

Αργότερα μπορεί να διηγείται την περιπέτεια του στα εγγόνια του.

Να κάθονται τα σκιουράκια γύρω του και να τους μιλάει για μια απόκοσμη σύναξη ανθρώπων μέσα στο δάσος με  πυρσούς , με μουσικές, με παράξενα φαγητά και με λάμψεις φωτογραφικών μηχανών που σε τυφλώνουν.

Τα σκιουράκια να ακούν με ανοιχτό το στόμα και να φαντάζονται ένα μαγικό δάσος όπου όλα μέσα σε αυτό ήταν δυνατόν να συμβούν.

Οι μεγάλοι σκίουροι να παρακολουθούν σοβαροί κουνώντας το κεφάλι τους.


Επάνω οι αγριοκαστανιές να χαμογελούν.

...

Δευτέρα 21 Αυγούστου 2017

Τα τίλια


Στα Τίλια έχω στηθεί αμέτρητες φορές .

Αν χρειαστούν οι επόμενες γενεές ένα επιπλέον άγαλμα θα προτιμούσα ένα άγαλμα μου στα Τίλια να περιμένω ματαίως.

Μόνο ο Τζόρτζιο δεν αργεί ποτέ.

Ο Τζόρτζιο είναι ένας Ιταλός Παιδίατρος με αριστερό παρελθόν και μεγάλη αγάπη για τα παιδιά και τα ζώα.

Καθημερινά εδώ και χρόνια ανοίγει την εξώπορτα του σπιτιού του και την ξανακλειδώνει απ΄έξω.

Εν συνεχεία ξεκλειδώνει το αυτοκίνητο.
Μετά ξεκλειδώνει την πόρτα του ιατρείου.
Ακολούθως ξεκλειδώνει την πόρτα του φωριαμού και βάζει την ιατρική του μπλούζα.
Το μεσημέρι κλειδώνει και ξεκλειδώνει ανάποδα.
 Πρώτα τον φωριαμό , ύστερα την πόρτα  και συνεχίζει μέχρι το σπίτι .

Τα κλειδιά του τα έχει με αυτήν την σειρά σε μια μικρή δερματίνη θήκη για να μην μπερδεύεται.

Τελευταία τονε πονάει ο αντίχειρας και  ξεκλειδώνει με το αριστερό.

«Γεράματα Σταμάτη! Γεράματα!» λέει αναστενάζοντας.

Όλα πήγαιναν καλά ώσπου μια μέρα κάτι τον «τσίμπησε» και χωρίς να πει σε κανέναν τίποτα αμπαλάρισε τα ιατρικά του εργαλεία , ετοίμασε την βαλίτσα του, έδωσε και 6 μήνες άδεια με αποδοχές στην κατάπληκτη γραμματέα του και έφυγε.

Τον ξανάδα μετά έξη μήνες στα Τίλια.

Είχαμε το γνωστό ακριβές ραντεβού.

Είχε μείνει ο μισός.

Περπατήσαμε προς τον ΝΑΟΚ στην καθιερωμένη μας διαδρομή.

Ο Τζόρτζιο πήγε στην Κένυα με μια ανθρωπιστική οργάνωση γιατρών και εγκατέστησε το ιατρείο στο σχολείο ενός χωριού εκατό χιλιόμετρα βόρεια του Ναϊρόμπι.

Εκτός από τα παιδιά του χωριού ανέλαβε και τα γύρω χωριά.
Το κατακρεουργήσανε τα έντομα και αν δεν του δίνανε τα τοπικά γιατροσόφια θα πέθαινε από μια άγνωστης προέλευσης μόλυνση.
Κοιμότανε στο ιατρείο για περισσότερη ασφάλεια μέχρι που μια νύχτα σπάσανε την  πόρτα  ένοπλοι που δεν ήξερε αν ήταν αστυνομία , στρατός η συμμορία.

Τους έδειξε τα χαρτιά του υπό την απειλή των όπλων και τον αφήσανε.

Στα Κουρτελάτσα κοντοστάθηκε να πάρει ανάσα.

Περπατήσαμε ως τον ανεμόμυλο και μου μιλούσε ασταμάτητα για την περιπέτειά του.

Κοιμότανε σαν λαγός . Μια ώρα ύπνος και μετά ξανά στο ποδάρι. Δεν κατάφερε ούτε μια νύχτα να κοιμηθεί συνεχώς. Η Τον ξυπνούσαν για κάποιον άρρωστο  η δεν τον άφηνε να κοιμηθεί η ζέστη .

Κάναμε στροφή στον Ανεμόμυλο και επιστρέψαμε.

Ποιος να το φανταζόταν!
Ο Τζόρτζιο ένας καλομαθημένος Ιταλός παιδίατρος με αριστερό παρελθόν στα βάθη της Αφρικής!

Στην επιστροφή από το χωριό προς το Ναϊρόμπι τον λήστεψαν.
Για την ακρίβεια τον σταμάτησαν σε ένα μπλόκο και του έκαναν έρευνα.
Μετά την έρευνα λείπανε τα τελευταία λεφτά που είχε μαζί του.
Οι συνάδελφοι του στο Ναϊρόμπι χρηματοδότησαν το ταξίδι της επιστροφής του Τζόρτζιο χωρίς καν να ρωτήσουν τι και πώς.

Στο άγαλμα του Σολωμού τον ρώτησα:

«Γιατί πουλί μου τα έκανες όλα αυτά:»

Με κοίταξε ερευνητικά και μάλλον αυστηρά.

«Την αλήθεια… από ψέματα και μισόλογα έχουμε χορτάσει» του λέω.

Γύρισε το κεφάλι προς την θάλασσα και μου είπε:

Το έκανα γιατί δεν αντέχω να μένω άπραγος μπροστά στην δυστυχία… μου έχει μείνει  από το Πιτσί (Κομμουνιστικό κόμμα Ιταλίας) όταν ήμουν φοιτητής της Ιατρικής.
Το έκανα διότι βαρέθηκα κάθε μέρα τα ίδια κλειδιά , τους ίδιους κωδικούς και την ίδια διαδρομή.
Το έκανα για να μπορώ να κοιμάμαι και τα βράδια σαν άνθρωπός.
Το έκανα επίσης για να εντυπωσιάσω την κόρη μου.

Επιστρέψαμε στα Τίλια μετά από δύο ώρες δρόμο με στάσεις.

Ήταν μαζεμένος κόσμος και κοιτούσε στην ρίζα ενός δέντρου.

Πλησιάσαμε .

Ένας Γκιώνης είχε τυφλωθεί από τον προβολέα του καφενείου έπεσε και καθόταν κουρνιασμένος στην ρίζα του δέντρου.
Μια  Αθηναία τουρίστρια τσίριζε σαν να είχε δει κάποιο αλλόκοτο τέρας.
Ο Γκιώνης είχε αγριέψει από τις φωνές και τον κόσμο και απειλούσε να ξεσκίσει όποιος θα τολμούσε να τον πλησιάσει.

«Έλα..» μου λέει ο Τζόρτζιο «..πάμε να τον πάρουμε είναι κρίμα να  τονε φάει κανένας γάτος.»

Έβγαλα τη φανέλα μου, σκέπασα τον Γκιώνη και το πήραμε στο πιο σκοτεινό σημείο της πλατείας.

Έβαλε ο Τζόρτζιο το κεφάλι του ανάμεσα στα πόδια μου και με σήκωσε στους ώμους του.

Αφήσαμε τον Γκίωνη πάνω στο δέντρο και γυρίσαμε.

Η Ομήγυρης είχε διαλυθεί.

Στην Ανουντσιάτα με ρωτάει:
«Τώρα αυτό γιατί το κάναμε;»

Ξέρω ότι μου την  φυλάει και ετοιμάζω τα λόγια μου .

«Το κάναμε διότι αγαπάμε τα ζώα.
Το κάναμε για να μπορέσουμε να κοιμηθούμε το βράδυ.
Το κάναμε, τέλος,  για να εντυπωσιάσουμε την Αθηναία.»

Χαμογέλασε πονηρά και μου είπε:


«Υπάρχουν και άλλοι έξι λόγοι αλλά ας μην το συζητήσουμε τώρα» 

..